Τα σύνορα είναι δυναμικές ζώνες αντίστασης και διαπραγμάτευσης, περιοχές όπου οι ντόπιοι φορείς ζουν και ανταποκρίνονται στις πολιτικές και οικονομικές διακυμάνσεις των αναπτυσσόμενων κρατών. Η έρευνα για τις μεθοριακές ζώνες της Ευρώπης στο ιστορικό παρελθόν έχει άμεση σχέση με το σύγχρονο οικονομικό και πολιτικό τοπίο, όπου η επέκταση των διεθνών αγορών δημιουργεί νέες και δυναμικές ζώνες παραμεθόριων περιοχών. Ωστόσο, οι περισσότερες ακαδημαϊκές έρευνες ακολουθούν μια ιεραρχική προσέγγιση από την κορυφή προς τη βάση για να μελετήσουν τις μεγάλες αυτοκρατορίες του κόσμου, παραβλέποντας την τοπική εμπειρία της ζωής στα σύνορα των αυτοκρατοριών. Εξαιτίας αυτού, οι αρχαιολόγοι και οι ιστορικοί δυσκολεύονται να μιλήσουν για τον αντίκτυπο της επέκτασης του κράτους στους τοπικούς πληθυσμούς και για τους τρόπους με τους οποίους επηρεάζει τη διαμόρφωση του υλικού πολιτισμού. Αναπαντήτες ερωτήσεις όμως παραμένουν: Πώς διαμορφώθηκε η κοινοτική οργάνωση από την επέκταση του κράτους; Πώς αντιδρούν τα διακοινοτικά δίκτυα όταν ενσωματώνονται σε μεγαλύτερα οικονομικά συστήματα; Πώς συγκροτήθηκε η αντίσταση που ένωσε ή χωρίσε τις κοινότητες που ζουν στα σύνορα αυτά; Πώς επηρεάζει η ζωή στα σύνορα τη δημιουργία και τη διατήρηση της ταυτότητας;

Το EUROFRONT χρησιμοποιεί μια μεθοδολογία τεσσάρων πεδίων (αρχαιολογία, ιστορία, «geomatics» και εθνογραφία) για να μελετήσει την τοπική εμπειρία της διαβίωσης στις μεθοριακές ζώνες. Συνδυάζοντας δεδομένα από διαφορετικές πηγές, το έργο αναζητά τη διαμόρφωση των δικτύων οικισμών και των διασυνδέσεων που αντανακλούν την κοινωνική και οικονομική οργάνωση κάθε περιοχής. Με τη χαρτογράφηση των διαφόρων θέσεων και της χρήσης τους, λαμβάνοντας υπόψη μεταβλητές όπως η πληθυσμιακή ανάπτυξη και γεωργική παραγωγή και χρησιμοποιώντας τοπογραφικές και στατιστικές αναλύσεις για τη μέτρηση των ιδιοτήτων του δικτύου, μπορούν να γίνουν ερμηνείες σχετικά με τις σχέσεις των κατοίκων μεταξύ τους και με κρατικές εξουσίες. Η μελέτη παρέχει πληροφορίες για το πώς διαμορφώνονται οι μεθοριακές κοινότητες από τη διαδικασία της επέκτασης του κράτους από οικονομική, κοινωνική, πολιτική και περιβαλλοντική προοπτική.

Το έργο έχει τρεις κύριους στόχους:

Στόχος 1: Η συλλογή των βασικών αρχαιολογικών δεδομένων για τις περιοχές μελέτης στην Κρήτη και τη Δαλματία μέσω τηλεπισκόπησης και αρχαιολογικής / εθνογραφικής έρευνας. Το σημείο εκκίνησης του EUROFRONT είναι τα αρχαιολογικά δεδομένα, τα φυσικά ίχνη της ανθρώπινης δραστηριότητας που αποτυπώνονται στο τοπίο μέσω επαναλαμβανόμενης δραστηριότητας, κατασκευής, καταστροφής και χρήσης. Σε περιφερειακή κλίμακα, αυτή η δραστηριότητα μπορεί να ανιχνευθεί στη συνένωση των οικισμών, στη μακροχρόνια και επαναλαμβανόμενη χρήση ορισμένων οδών κίνησης (μονοπάτια) και στην επανάληψη των αντιληπτών τοπικών ορίων που αντικατοπτρίζουν την ιδιοκτησία και τη χρήση της γης (χωράφια) – όλα από τα οποία θα καταγράφονται μέσω της ανάλυσης από απόσταση και της επιτόπιας εργασίας.

Στόχος 2: Να εντοπιστούν και να συγκεντρωθούν ιστορικά στοιχεία σχετικά με το κλίμα, τη γεωργική παραγωγικότητα και τη φορολογία από τα αυτοκρατορικά αρχεία (οθωμανικά, βενετικά, αββουργικά) και ιστορικές βάσεις δεδομένων για το κλίμα: δηλαδή φορολογικά μητρώα, εδαφολογικές έρευνες, απογραφές και κλιματικές εγγραφές. Αυτές οι πηγές περιλαμβάνουν πληροφορίες για τη δημογραφική και αγροτική οικονομία των περιφερειών από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα μέσα απο αυτοπτείς μαρτυρίες. Τα δεδομένα θα είναι απαραίτητα για την κατανόηση των σχέσεων μεταξύ του κλίματος, της επιλογής των καλλιεργειών, της κινητικότητας των οικισμών και της μεταβολής του πληθυσμού με την πάροδο του χρόνου.

Στόχος 3: Η χρήση αυτών των δεδομένων ως παραθύρο στην κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική εμπειρία των αγροτικών τοπίων στις συνοριακές περιοχές των αναπτυσσόμενων κρατικών συστημάτων. Το EUROFRONT πλαισιώνει τις αλλαγές που έγιναν στις δύο θέσεις (όσον αφορά τη δημογραφία, τον τόπο εγκατάστασης, τις πράξεις αντίστασης, τις απαντήσεις στη φορολογία κλπ.) με την μελέτη μεταβαλλόμενων πολιτικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών πλαισίων των αναπτυσσόμενων κρατών. Τα σύνολα δεδομένων που καταρτίζονται για το έργο θα αναλυθούν με GIS (Γεωγραφικά Πληροφοριακά Συστήματα) και SNA (Ανάλυση Κοινωνικών Δικτύων) για τον προσδιορισμό σημαντικών στατιστικών μοτίβων στην κατανομή και τη σύνδεση του πληθυσμού που αντικατοπτρίζουν πτυχές της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Η ερμηνευτική φάση θα βασιστεί σε ένα πλούσιο θεωρητικό μοντέλο που η ερευνήτρια ξεκίνησε να αναπτύσσει κατά τη διάρκεια της έρευνας της διατριβής της. Οι ερμηνείες που προκύπτουν θα συμβάλλουν αποφασιστικά στην κατανόηση των παραμεθόριων περιοχών.

.